Συμμετοχή των Παξινών στην επανάσταση της Ελλάδας το 1821

«Ο Γ. Λ. του Γιακουμή γεννήθηκε το 1798 στο ήρεμο και μικροσκοπικό χωριό Λιναράτικα των Παξών.

Η επανάστασις είχε ξεσπάσει και ο μέγας πατριώτης, στις φλέβες του οποίου εκόχλαζε το γνησιότερο ελληνικό αίμα και στη μεγάλη ψυχή του έκαιε άσβεστο το πυρ για την απελευθέρωση του γένους, μέσα στο σφρίγος των 23 ετών του ηστάνθη πως έπρεπε να αναζητήσει το κατάλληλον πεδίον δράσης μακράν από τους Παξούς. Και το αθάνατο παλληκάρι καταλείπει την ήρεμο νήσον σπεύδων με θέρμην προς το Αργοστόλι την επίκαιρον στιγμήν που εστρατολογούντο οι περί τον αείμνηστον Μεταξά μεγάθυμοι Κεφαλλήνες.

Εις την άλωσιν της Τριπολιτσάς αναδεικνύεται άφθαστος πολεμών ως λέων, τραυματίζεται εις τον δεξιόν βραχίονα, αλλά παρ’ όλον τούτο εξακολουθεί να μάχεται γενναίως. Σφαίρα διατρυπά και την κνήμη του και πίπτει βαριά πληγωμένος, μεταφέρεται στην σκηνή του στρατηγού του, αλλά ο Παξινός δεν αποθαρρύνεται και μετά πενθήμερον νοσηλεία μάχεται πάλιν.

Τρίτη σφαίρα διατρυπά τον θώρακα του γενναίου μαχητού και τον θέτει εκτός μάχης αρκετόν χρόνον. Μετ’ ολίγους μήνας μάχεται στην Κλεισούρα και θαυματουργεί με την στρατιά του Νικηταρά, αλλά τραυματίζεται μίαν ακόμη φοράν και τίθεται εκτός μάχης στο Αιτωλικόν.

Μεταφέρεται στην Ζάκυνθον ο ημίθεος και νοσηλεύεται κοντά στον Κων/νον Ρώμα, απ’ εκεί παλινοστεί στους Παξούς, όπου συγκομίζει της αθάνατες δάφνες των ηρωικών του κατορθωμάτων. Με την εθνικήν αποκατάστασιν και την ανάρρησιν του Όθωνος μετακαλείται από τον στρατηγό Μεταξά, του απονέμεται προσωπική σύνταξη και διορίζεται στο οπλοστάσιο της Ναυπλίας. Εν έτος αργότερα του αναγνωρίζονται υπέρ του έθνους πολύτιμαι υπηρεσίες και εισηγούμενου του υπουργού Ρίζου Ραγκαβή του απονέμεται ο σιδηρός σταυρός, το δε τρίτο έτος ο αργυρός τοιούτος.

Γέρος πια μάχεται και πίπτει τραυματισμένος προ των ανακτόρων από αντιοθωνικούς. Έκπτωτος των τιμών, στόχος του μίσους και της εμπάθειας, φεύγει για την πατρίδα του. Εκεί στα Λιναράτικα ζει άσημος, ταπεινός, άγνωστος με την πιστή σύζυγό του Ευδοξία, έχων ήρεμον την συνείδησιν, ότι ευόρκως και τιμίως ως αληθής Έλλην στρατιώτης εξεπλήρωσε το προς την πατρίδα καθήκον του».

Σχολιάστε